ΑΡΧΑΙΑ ΜΕΤΑΛΛΕΙΑ ΚΑΙ ΧΡΥΣΟΣ - ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ
Στο όρος Τμώλος της Λυδίας πήγαζε ο Πακτωλός, ο χρυσοφόρος ποταμός της Μικράς Ασίας Εκεί κοντά οι αρχαίοι κάτοικοί της έβρισκαν και χρησιμοποιούσαν τη Λυδία λίθο. Μια εξαιρετικής σκληρότητας μαύρη πέτρα, ένα είδος μαύρου ίασπη. Χάραζαν πάνω στη Λυδία λίθο ένα ίχνος με ένα χρυσό αντικείμενο και έτσι μπορούσαν να προσδιορίσουν την περιεκτικότητα του αντικειμένου σε χρυσό, δηλαδή τα καράτια. Μια μέθοδος που χρησιμοποιείται και σήμερα., για την εύρεση της περιεκτικότητας των κραμάτων χρυσού.
Η εκμετάλλευση κοιτασμάτων χρυσού στη Μικρά Ασία άρχισε σχετικά πρώιμα• οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι οι Λυδοί εκμεταλλεύονταν ορυκτό χρυσό στην περιοχή του όρους Τμώλος και τον μετέφεραν μέσω των ποταμών Πακτωλού και Έρμου. Δεν υπάρχει ωστόσο ομοφωνία ως προς την έναρξη εκμετάλλευσης των παραπάνω κοιτασμάτων. Αυτή τοποθετείται από άλλους στην Πρώιμη εποχή του Σιδήρου, από άλλους στο β΄ μισό του 8ου αι. π.Χ., ακόμα και στον 7ο αι. π.Χ. Πιο πρόσφατα διατυπώθηκε η άποψη ότι ο χρυσός του Πακτωλού εξορυσσόταν ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. Οι πρόσφατες όμως μελέτες δεν επιβεβαιώνουν την εξόρυξη χρυσού στη Λυδία σε τόσο πρώιμο στάδιο. Από τις αναφορές του Ηροδότου για τον ποταμό Πακτωλό συνάγεται ότι οι Έλληνες θεωρούσαν τις Σάρδεις σημαντική αγορά πολύτιμων μετάλλων. Κοντά σε πολύ πλούσια χρυσοφόρα κοιτάσματα στο όρος Τμώλος βρισκόταν και η Έφεσος. Ενδέχεται τέλος η εκμετάλλευση της χρυσοφόρου περιοχής στα Άστυρα, κοντά στην Άβυδο, που αναφέρουν ο Στράβων και ο Ξενοφών, να άρχισε από τους Κλασικούς χρόνους. Tο γεγονός πάντως πως ο χρυσός είναι το δεύτερο κατά σειρά συχνότητας μέταλλο που αναφέρεται στον Όμηρο δε μπορεί να είναι τυχαίο.
Γνωρίζουμε ότι κατά την Ελληνιστική περίοδο γινόταν εκμετάλλευση μεταλλείων χρυσού και αργύρου. Ελληνιστική κεραμική έχει εντοπιστεί στο μεταλλείο του Işık Dağ, στην επαρχία της Άγκυρας. Ελληνιστικά όστρακα έχουν επίσης βρεθεί στο Gure στη χερσόνησο της Biga στη βορειοδυτική Ανατολία. Στο όρος Ίδη της Τρωάδος εξορύσσονταν χρυσός και άργυρος, που προορίζονταν για το Περγαμηνό βασίλειο και την περιοχή κοντά στη Λάμψακο και την Άβυδο. Αυτό εξηγεί και την πλούσια παραγωγή αλεξάνδρειων χρυσών νομισμάτων στις παραπάνω πόλεις. Στο ορεινό εσωτερικό της περιοχής εντοπίστηκαν και άλλα μεταλλεία, π.χ. τα μεταλλεία αργύρου στον Πόντο και αυτά στο όρος Ταύρος στην Κιλικία και την Καππαδοκία. Από την ορολογία που χρησιμοποιεί ο Hρόδοτος προκύπτει ότι οι Ίωνες είχαν σαφή γνώση της διαδικασίας κατεργασίας του χρυσού. Η διάκριση του Ηροδότου ανάμεσα σε «χρυσόν άπλετον» και «χρυσόν άπευθον» προδίδει την γνώση της διαδικασίας συγκόλλησηςτου μετάλλου. Η θεσμοποίηση εξάλλου του πρώτου διμεταλλικού συστήματος από τον Κροίσο υποδηλώνει επίσης ότι οι Λυδοί ήταν σε θέση να ξεχωρίζουν το χρυσό από το ήλεκτρο.
To πρωιμότερο εργαστήριο κατεργασίας χρυσού ανάγεται χρονικά στο 620-550 π.Χ. Ωστόσο, τα ποσοστά χρυσού στα νομίσματα από ήλεκτρο διάφορων μικρασιατικών κέντρων παραγωγής στο α΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. υποδεικνύουν ότι μέχρι τότε δεν ήταν γνωστή η πλήρης κατεργασία αυτού του μετάλλου. Η ευρεία διάδοση αργυρών νομισμάτων στη Μικρά Ασία μετά τα μέσα του 6ου αι. π.χ. πιθανότατα συνδέεται με την τελειοποίηση των τεχνολογικών γνώσεων ως προς τα στάδια επεξεργασίας μετάλλων. Στην περιοχή του Πόντου τα περισσότερα εργαστήρια μετάλλου χρονολογούνται στον 6ο αι. π.Χ., ενώ ένας «θησαυρός» που βρέθηκε στο νησί Βerezan της Μαύρης θάλασσας και που συμπεριλάμβανε χρυσά νομίσματα και νομίσματα από ήλεκτρο από τις Ερυθρές ή από τη Μίλητο είχε προφανώς αποθηκευτεί από χρυσοχόο στις αρχές του 6ου αι. π.Χ.
ΠΗΓΗ: ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ